Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΑΠΕΡΓΙΑ 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
 Απεργούν οι διπλωματούχοι μηχανικοί στις 10 Φεβρουαρίου

    Εικοσιτετράωρη πανελλαδική απεργία στις 10 Φεβρουαρίου, αποφάσισε η Δ.Ε. του ΤΕΕ καλώντας τους διπλωματούχους μηχανικούς σε μαζική αντίδραση στην κρίση η οποία μαστίζει όλους τους τομείς δράσης τους.

    Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, ακριβώς επειδή κατανοεί το μέγεθος της οικονομικής κρίσης της Χώρας και έχει αποδείξει στην πράξη, με τις προτάσεις του, το υψηλό αίσθημα ευθύνης που διαθέτει, καλεί τα μέλη του να συμμετέχουν ενεργά στην απεργία, επιχειρώντας να εκπέμψει ένα τριπλό μήνυμα:
        · Προς την κυβέρνηση: ότι επιμέρους επιλογές, και πολύ περισσότερο η συνισταμένη τους, αν δεν συζητηθούν διεξοδικά, δηλαδή αν δεν εξασφαλίσουν την ενεργό μαχητική υποστήριξη των πολιτών και των φορέων τους, θα οδηγήσουν σε χρόνιο μαρασμό την Ελληνική οικονομία. Επιπλέον, θα διαλύσουν το επιστημονικό δυναμικό της χώρας, το οποίο αποτελεί την μόνο ανταγωνιστικό πλεονέκτημά της για ανάπτυξη.
    · Προς τους πολίτες: οι ανατροπές που χρειάζεται η χώρα απαιτούν από όλους.........

συστηματικές προτάσεις, ισότητα δικαίου, συνεργασία και αγώνες. Είναι πέραν οποιωνδήποτε επικοινωνιακών παιχνιδιών, από οπουδήποτε και αν προέρχονται.
    · Προς τους μηχανικούς: να συνειδητοποιήσουν την κατάσταση και να αναδείξουν το δημιουργικό ρόλο τους, συμβάλλοντας σε μικρές και μεγάλες ανατροπές για το ξεπέρασμα της κρίσης, απ’ οποιοδήποτε θέση και αν βρίσκονται. Ο ρόλος του παρατηρητή δεν ταιριάζει στους μηχανικούς στις σημερινές συνθήκες.

   
Η κρίση στην Ελλάδα δεν έχει φθάσει στο αποκορύφωμά της.

    Η οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε συνολικά το 2009 κατά 16,5%. Η ακόμη μεγαλύτερη μείωση στον τομέα των μελετών ιδιωτικών έργων, προαναγγέλλει την τραγική επιδείνωση και των κατασκευών του τομέα, με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην απασχόληση.
   
Συνεχίζονται με διαρκώς αυξανόμενο ρυθμό οι απολύσεις μηχανικών του τομέα κατασκευών και της βιομηχανίας, καθώς έχει περιοριστεί σημαντικά η προκήρυξη νέων μελετών και έργων και παράλληλα συνεχίζεται η αποβιομηχάνιση της Χώρας, χωρίς ουσιαστικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Ειδικότερα στον τομέα των δημοσίων έργων, η κατάσταση που βιώνει σχεδόν το σύνολο των εταιρειών επιβαρύνεται και από τις καθυστερήσεις αποπληρωμής εκτελεσμένων έργων, που με μέτριους υπολογισμούς ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Ο τομέας των υπηρεσιών, στον οποίο είχε περιοριστεί κατά το παρελθόν το μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας, όχι μόνο αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κρίση ως ευκαιρία, αλλά, προσανατολισμένος κυρίως στην κατανάλωση, βρίσκεται μπροστά σε πρωτοφανή προβλήματα.
    Οι μισθωτοί μηχανικοί, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, υφίστανται σοβαρή μείωση του εισοδήματός τους και των εργασιακών τους δικαιωμάτων.
    Η Ελλάδα χάνει διαρκώς σε δείκτες ανταγωνιστικότητας, εμφανίζεται στις τελευταίες θέσεις με βάση του δείκτες καινοτομίας, εισαγωγής νέων τεχνολογιών και έρευνας, αλλά καταλαμβάνει την πρώτη θέση στην ανεργία των επιστημόνων της.
    Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στις χώρες της Ε.Ε. σε εποχή ύφεσης, στην Ελλάδα παρατηρείται διαρκής μείωση της απασχόλησης επιστημονικού δυναμικού. Στο σύνολο των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, μόνο στη χώρα μας καταγράφεται μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας νέων επιστημόνων, έναντι της ανεργίας των νέων αποφοίτων υποχρεωτικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

    Ο τεχνικός κόσμος έχει συνταχθεί με την άποψη ότι η βασική ανατροπή που χρειάζεται η Ελλάδα αναφέρεται στο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Και σ’ αυτή την κατεύθυνση το ΤΕΕ ήταν από τους πρώτους - αν όχι ο πρώτος - φορέας που υπέβαλε προτάσεις, επισημαίνοντας τα προβλήματα του προϋπολογισμού, την αναξιοπιστία των απολογισμών, την προβληματικότητα των βασικών αναπτυξιακών επιλογών, τη γραφειοκρατία, που απαξίωσαν τη δημόσια διοίκηση (η χρηματοδότησή του ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κάτω από τον μέσο όρο των κρατών-μελών της Ε.Ε.). Το ΤΕΕ βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να τονίσει ότι οι επισημάνσεις του για τα ΚΠΣ δικαιώθηκαν, αν αναλογιστούμε τι έμεινε από την αξιοποίησή τους στην παραγωγική βάση της Χώρας. Οι επιλογές που έγιναν τελικά ακύρωσαν, επί της ουσίας, τα ΚΠΣ και το ΕΣΠΑ (τρία χρόνια από την έναρξη της ισχύος του έχει απορροφηθεί μόλις 3,6%, σύμφωνα με το τελευταίο - αναθεωρημένο - Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης).
    Είναι γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει ανοίξει μια σειρά από τα σοβαρά ζητήματα που πρέπει να μας απασχολούν και αυτό είναι θετικό. Ωστόσο, η διαβούλευση έχει νόημα αν καλύπτεται η ουσία του όρου. Σε διαφορετική περίπτωση ο κίνδυνος να υπάρξουν αρνητικές συνέπειες από τις οριστικές επιλογές είναι σοβαρός.
    Το ΤΕΕ, σε μια σειρά θέματα - όπως τα θέματα ανάπτυξης, το φορολογικό, ασφαλιστικό, Παιδεία, επαγγελματικά δικαιώματα, κλειστά επαγγέλματα, περιβάλλον, ενέργειας, χωροταξία και δόμηση (νόμιμη και αυθαίρετη), διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας, θεσμικό πλαίσιο ανάθεσης μελετών και έργων - έχει καταθέσει συγκεκριμένες και συγκροτημένες προτάσεις, όπως άλλωστε, οφείλει εκ του ρόλου του και κανείς, έως σήμερα, δεν τις έχει αντικρούσει επί της ουσίας ούτε τις έχει θεωρήσει προτάσεις που αγνοούν ευρύτερα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα.
    Αντίθετα διακρίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι τώρα τουλάχιστον, ο διάλογος να είναι προσχηματικός ή ανεπαρκής ή με αποκλεισμούς. Για παράδειγμα, στην Επιτροπή για το ασφαλιστικό δεν συμμετέχουν οι εκπρόσωποι του τέταρτου μεγαλύτερου ταμείου της Χώρας, αλλά μόλις χθες (19-1-2010) κατατέθηκαν προτάσεις για υφαρπαγή πόρων από τα ασφαλιστικά ταμεία των επιστημόνων, με παράθεση ανακριβών στοιχείων και τεκμηρίωσης,
    Ως προς το φορολογικό, χωρίς κανένα διάλογο, διαρρέουν προτάσεις που ως τελική συνέπεια θα έχουν: τη μείωση των εσόδων του κράτους, τη μείωση του εισοδήματος των χαμηλότερων και μεσαίων στρωμάτων ελεύθερων επαγγελματιών και παράλληλα θα οδηγήσουν σε έναν δίχως όριο αθέμιτο ανταγωνισμό, με πολλαπλασιαστικά αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα των μελετών και έργων.
    Ο κίνδυνος ελλοχεύει ακόμη και στους τομείς που εξαγγέλλεται διάλογος για θεσμικές αλλαγές, όπως το σχέδιο Καλλικράτης ή οι αλλαγές για τα δημόσια έργα, όπου δεν έχει διασφαλιστεί ότι δεν θα οδηγήσουν σε «πάγωμα» ή και αναστολή προγραμμάτων μελετών και έργων.