Σε διαβούλευση το Ειδικό Χωροταξικό
Tο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Παράκτιο Χώρο και τα Νησιά, έδωσε σε δημόσια διαβούλευση ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Γιώργος Σουφλιάς, δηλώνοντας ότι πρόκειται γι άλλη μία «πολύ σημαντική διαρθρωτική παρέμβαση, που εντάσσεται στη μεγάλη προσπάθεια για τη δημιουργία, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ενός ολοκληρωμένου χωροταξικού σχεδιασμού».
«Με το συγκεκριμένο Ειδικό Πλαίσιο, βάζουμε επιτέλους μια τάξη στο τι μπορεί να κάνει ο καθένας και πού, στα νησιά και τον παράκτιο χώρο μας. Περιορίζουμε τη δόμηση, αναδεικνύουμε τη φυσική ομορφιά, στηρίζουμε τη βιώσιμη ανάπτυξη, αντιμετωπίζουμε τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών».
Σύμφωνα με τον υπουργό στόχος του Ειδικού Χωροταξικού είναι:
* Να προστατευτούν και να αναδειθτούν ο παράκτιος και νησιωτικός χώρος, με τη σπάνια ομορφιά και τα σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματά τους.
* Να προωθηθεί η βιώσιμη ανάπτυξη σε αυτές τις περιοχές, με συντονισμένο τρόπο και με προοπτική χρόνου.
* Να βελτιωθεί το επίπεδο ζωής όσων ζουν σε αυτές τις περιοχές, να περιοριστούν οι ανισότητες και να συγκρατηθεί ο πληθυσμός, ιδίως στα νησιά.
* Να συμβάλει η πολιτεία και με αυτόν τον τρόπο στην περιφερειακή, οικονομική και κοινωνική συνοχή στον τόπο. Περιεχόμενο του Ειδικού Πλαισίου για τον Παράκτιο Χώρο και τα Νησιά Το Ειδικό Πλαίσιο για τον Παράκτιο Χώρο και τα Νησιά αποτελείται από 4 κεφάλαια και 18 άρθρα.
Τα σημαντικότερα σημεία του, μεταξύ άλλων, είναι τα εξής:
Ορίζονται οι Ζώνες Διαχείρισης του Παράκτιου Χώρου και των Νησιών. Προβλέπεται η διαφοροποίηση σε τρεις ζώνες που καθεμιά τους διαθέτει χερσαίο και θαλάσσιο τμήμα και που προσδιορίζονται καταρχήν ανάλογα με την απόστασή τους από την ακτογραμμή. Οι ζώνες αυτές είναι οι εξής:
Κρίσιμη Ζώνη: Πρόκειται για το πλέον ευαίσθητο περιβαλλοντικά κομμάτι του παράκτιου χώρου, το μέτωπο στο μεταίχμιο μεταξύ ξηράς και θάλασσας, που παράλληλα δέχεται σημαντικές πιέσεις από ανθρώπινες δραστηριότητες. Το θαλάσσιο τμήμα εκτείνεται από την ακτογραμμή μέχρι την ισοβαθή των 10 μέτρων, οπωσδήποτε όμως με πλάτος μεγαλύτερο των 100 μέτρων από την ακτογραμμή. Το χερσαίο ξεκινά από την ακτογραμμή και εκτείνεται προς την ξηρά σε ζώνη πλάτους 100 μέτρων από την καθορισμένη γραμμή του αιγιαλού (ή το χειμέριο κύμα, όπου αυτή δεν είναι καθορισμένη).
Δυναμική Ζώνη: Το θαλάσσιο τμήμα ξεκινά από το όριο της Κρίσιμης Ζώνης και εκτείνεται μέχρι την ισοβαθή των 50 μέτρων. Σε κάθε περίπτωση, το ακραίο προς την θάλασσα όριό της δεν μπορεί να απέχει λιγότερο των 200 μέτρων από την ακτογραμμή. Το χερσαίο τμήμα ξεκινά από το ακραίο προς την ξηρά όριο της Κρίσιμης Ζώνης και εκτείνεται κατ΄ ελάχιστον σε ζώνη πλάτους 200 μέτρων από την καθορισμένη γραμμή του αιγιαλού (ή το χειμέριο κύμα, όπου αυτή δεν είναι καθορισμένη).
Υπόλοιπη Παράκτια Ζώνη: Το θαλάσσιο τμήμα της εκτείνεται από το εξώτερο προς τη θάλασσα όριο της Δυναμικής Ζώνης μέχρι το όριο των χωρικών υδάτων. Το χερσαίο τμήμα της εκτείνεται μέχρι και τα ακραία προς την ενδοχώρα διοικητικά όρια των αντίστοιχων παράκτιων ΟΤΑ ή μέχρι υψόμετρο 600 μ. αν η εν λόγω ισοϋψής βρίσκεται εντός των διοικητικών ορίων των οικείων Ο.Τ.Α. Το εύρος αυτής της ζώνης θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προσδιορισμού κατά περίπτωση, με βάση τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία.
Στο σχέδιο παρουσιάζονται οι Κατευθύνσεις Χωροταξικής Οργάνωσης ανά ζώνη διαχείρισης, γίνεται δηλαδή αναλυτική αναφορά στο ποιες δραστηριότητες επιτρέπονται σε κάθε ζώνη και ποιες όχι, στα πλαίσια της προσέγγισης της βιώσιμης ανάπτυξης και της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης. Ειδικότερα για την Κρίσιμη Ζώνη, πού αποτελεί το πιο ευαίσθητο τμήμα του παράκτιου χώρου, προβλέπονται τα εξής: Στο θαλάσσιο τμήμα (ΚΘ) επιτρέπονται μόνο συγκεκριμένες δραστηριότητες, η κολύμβηση, η αλιεία, η υδατοκαλλιέργεια, οι ερευνητικές εργασίες κ.λπ. Επιτρέπονται επίσης συγκεκριμένα έργα, όπως λιμενικές εγκαταστάσεις και ήπια τεχνικά έργα προστασίας των ακτών.
Απαγορεύεται ή περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο η κίνηση ή αγκυροβόληση θαλάσσιων σκαφών σε ευαίσθητα οικοσυστήματα. Το χερσαίο τμήμα (ΚΧ) διακρίνεται στο ΚΧ1 (από την ακτογραμμή έως τα 50 μέτρα) και το ΚΧ2 (από τα 50 ως τα 100 μέτρα). Στο 1ο τμήμα, δεν επιτρέπεται καμία νέα κατασκευή (πλην ελάχιστων αναγκαίων ήπιων εξαιρέσεων κοινωφελούς χαρακτήρα) και επίσης απαγορεύεται ή περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο η κίνηση και στάθμευση οχημάτων. Στο 2ο τμήμα (ΚΧ2) επιτρέπεται κάποια δόμηση, αλλά μόνον υπό συγκεκριμένους αυστηρούς όρους (χρήσεων, αποστάσεων, αρτιοτήτων, μεγεθών), λαμβάνοντας - βεβαίως - υπόψη και τα προβλεπόμενα από τα Ειδικά Πλαίσια που έχουν ήδη προηγηθεί, και διασφαλίζοντας το δικαίωμα πρόσβασης για αναψυχή των πολιτών.
Συγκεκριμένα, για τη δόμηση κτηρίων που προορίζονται για χρήση κατοικίας ή αναψυχής, ακολουθούνται οι ισχύουσες διατάξεις. Η ελάχιστη απόσταση (Ε) τοποθέτησης των κτισμάτων από την καθορισμένη γραμμή του αιγιαλού (ή το χειμέριο κύμα, όπου αυτή δεν είναι καθορισμένη), με την επιφύλαξη όσων ειδικότερα προβλέπονται από το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό, ορίζεται σε συνάρτηση με το υψόμετρο του γηπέδου (Υ) από τη στάθμη της θάλασσας, ως εξής:
- Για Υ ίσο ή μεγαλύτερο των 10 μέτρων, Ε = 50 μέτρα.
- Για Υ <>: Ε = 50 + (10-Υ) Χ 5. Ελάχιστο υψόμετρο εδάφους στο σημείο τοποθέτησης των κτηρίων ορίζονται τα 2 μέτρα. Σε περίπτωση κρημνού, το κτίσμα κατασκευάζεται σε απόσταση τουλάχιστον 10 μέτρων από το χείλος του κρημνού.
Ελάχιστη απόσταση τοποθέτησης των κτισμάτων από τυχόν παρακείμενες όχθες ποταμών ή λιμνών ορίζονται τα 50 μ. από την παρόχθια ζώνη. Σημειώνεται ότι, στο τμήμα ΚΧ2 επιτρέπεται η κατασκευή δικτύων μεταφοράς ενέργειας (όπως το Ελληνικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, που προβλέπει την σύνδεση του συνόλου των κατοικημένων νησιών της χώρας με το δίκτυο μεταφοράς ενέργειας του ηπειρωτικού τμήματος της χώρας, δηλαδή με το διασυνδεδεμένο δίκτυο της ΔΕΗ, τα οποία θα διατηρούν σε εφεδρεία και τις αυτόνομες μονάδες παραγωγής ενέργειάς τους, δικτύων μεταφοράς φυσικού αερίου), υπόγεια εφόσον είναι δυνατόν, βάσει σχεδιασμού, καθώς και των απαιτούμενων για την ορθή λειτουργία τους εγκαταστάσεων υπό την προϋπόθεση υλοποίησης τους με αυστηρούς όρους για την προστασία του περιβάλλοντος. Τυχόν παλαιότερες αυστηρότερες ρυθμίσεις ως προς τις χρήσεις γης, τους όρους και τους περιορισμούς δόμησης, κατισχύουν των συγκεκριμένων ρυθμίσεων.
Αντίστοιχες είναι οι προβλέψεις και για τη Δυναμική Ζώνη. Στο χερσαίο τμήμα της:
- Σε περιοχές επέκτασης των εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων τα κτήρια των προβλεπομένων χρήσεων (οι οποίες οφείλουν να συνάδουν με τον χαρακτήρα της περιοχής) δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 60% της κάλυψης των οικοπέδων και τους τρεις ορόφους.
- Σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και ορίων οικισμών, μέχρι την ολοκλήρωση του σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο (ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ), απαγορεύεται η δημιουργία ορισμένων χρήσεων (όπως νέων εγκαταστάσεων βιομηχανίας / βιοτεχνίας). Σε ό,τι αφορά στη δόμηση κύριων τουριστικών καταλυμάτων ακολουθούνται οι όροι και περιορισμοί που τίθενται από το Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό.
- Για τις λοιπές επιτρεπόμενες χρήσεις και μέχρι την ολοκλήρωση του σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο (ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ), ο συντελεστής δόμησης ορίζεται σε 0,5, ενώ για τους λοιπούς όρους και περιορισμούς, ακολουθούνται ανά χρήση οι ισχύουσες διατάξεις. Για το χερσαίο τμήμα της Υπόλοιπης Παράκτιας Ζώνης δεν τίθενται επιπλέον περιορισμοί σε σχέση με τα όσα ισχύουν ως σήμερα. Κατά τον σχεδιασμό του χώρου θα πρέπει να γίνεται σφαιρική εκτίμηση και αντιμετώπιση των σωρευτικών επιπτώσεων των επιμέρους τομεακών πολιτικών, καθώς και έλεγχος των παραγόντων που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα το παράκτιο οικοσύστημα.
Επιπλέον, ενθαρρύνεται -όπου αυτό είναι δυνατόν- η δημιουργία περισσοτέρων ελευθέρων και πρασίνων χώρων, η χρήση των αρχών της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής καθώς και η χρήση ανανεώσιμων κι εναλλακτικών πηγών ενέργειας, σύμφωνα και με τις κατευθύνσεις του Ειδικού Πλαισίου για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και ως συμπληρωματικών μέσων υλοποίησης των στόχων του παρόντος Πλαισίου. Ειδικότερα, για τη χωροθέτηση αιολικών μονάδων στο νησιωτικό και θαλάσσιο χώρο καθώς και στις ακατοίκητες νησίδες ισχύουν όσα περιλαμβάνονται στα σχετικά άρθρα (8 και 10) του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ.
Παράλληλα, ορίζονται οι κανόνες ένταξης των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο, που ορίζονται στο Παράρτημα IV του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ. Επίσης, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το Ειδικό Πλαίσιο του Τουρισμού, στις ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες τουριστικά περιοχές του παράκτιου χώρου (συμπεριλαμβανομένων και των μητροπολιτικών περιοχών) και στα νησιά, διακρίνεται ζώνη υψηλής ανταγωνιστικότητας διαφόρων οικονομικών δραστηριοτήτων, η οποία εκτείνεται σε απόσταση 350 μ. από τον αιγιαλό.
Στη ζώνη αυτή, που παρατηρείται υψηλός ανταγωνισμός χρήσεων γης και δραστηριοτήτων όλων των ειδών, με άμεση ή έμμεση επίπτωση στον τουρισμό, δίδονται μεταξύ άλλων, κατευθύνσεις για τον περιορισμό της δημιουργίας νέων εγκαταστάσεων - χρήσεων μη συμβατών με την τουριστική δραστηριότητα, ιδιαίτερα στις περιοχές, που χαρακτηρίζονται ως ανεπτυγμένες τουριστικά. Ιδίως βιομηχανικές / βιοτεχνικές εγκαταστάσεις - με εξαίρεση αυτές που έχουν ανάγκη θαλασσίου μετώπου - εγκαταστάσεις χονδρικού εμπορίου, εμπορικές εκθέσεις, κτήρια και γήπεδα αποθήκευσης, γραφεία, κτήρια περίθαλψης, πρατήρια καυσίμων.
Στις υπόλοιπες περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος η χωροθέτηση άλλων χρήσεων επιτρέπεται σε τμήματα τους, που δεν παρουσιάζουν τουριστικό ενδιαφέρον, είτε μεμονωμένα, είτε σε οργανωμένους υποδοχείς.
Επίσης, δίνονται ειδικές κατευθύνσεις για τα νησιά και τις παράκτιες οικιστικές περιοχές. Ειδικότερα, για τα νησιά:
- Για την άρση της γεωγραφικής τους απομόνωσης, επιδιώκεται η βελτίωση της μεταφορικής τους σύνδεσης και η διεύρυνση της προσβασιμότητάς τους. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην επέκταση και τη βελτίωση της λειτουργικότητας των υφισταμένων υποδομών, η ανάπτυξη των οποίων πρέπει να είναι ανάλογη με το μέγεθος και τη φέρουσα ικανότητα του κάθε νησιού. - Για τη διατήρηση και ενίσχυση της παραγωγικής πολυμορφίας και τη συγκράτηση-αύξηση του μόνιμου πληθυσμού τους, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξή τους, επιδιώκεται η διαφοροποίηση της οικονομικής τους βάσης και των προτύπων ανάπτυξής τους. Πρέπει να προωθηθούν εναλλακτικές μορφές νησιωτικής ανάπτυξης, που θα στηρίζονται στην καινοτομία και στην ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, στην προβολή της νησιωτικής παράδοσης και των τοπικών προϊόντων, καθώς και στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων, που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. - Για τη διατήρηση και ενίσχυση της ελκυστικότητας των νησιών και τη βελτίωση του επιπέδου ζωής σε αυτά, επιδιώκεται η διαφύλαξη της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας, η αειφορική χρήση των φυσικών πόρων και ιδίως των υδάτων και η προστασία, διατήρηση και ανάδειξη της νησιωτικής φυσικής και πολιτιστικής/ αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του κάθε νησιού, απομακρύνοντας κατασκευές και έργα ξένα προς τη φυσιογνωμία τους. Σε ό,τι αφορά τις παράκτιες οικιστικές περιοχές, ορίζονται τα εξής: - Δίνονται κατευθύνσεις για την εναρμόνιση των ΓΠΣ και ΣΧΟΟΑΠ με τις προτάσεις του παρόντος πλαισίου, και ειδικότερα κατά την φάση των εντάξεων, επεκτάσεων ή αναθεωρήσεων. - Ενθαρρύνεται η χρήση πολεοδομικών και οικοδομικών προτύπων που θα εξασφαλίζουν, μεταξύ άλλων, μειωμένη κατανάλωση ενέργειας και νερού, χρήση φιλικών προς το περιβάλλον υλικών και προστασία των οικοσυστημάτων. - Επιδιώκεται, επίσης, ο περαιτέρω περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης, ο περιορισμός της ανεξέλεγκτης διασποράς έργων και δραστηριοτήτων και ο έλεγχος της αυθαίρετης δόμησης. Στο Ειδικό Πλαίσιο προσδιορίζονται οι Διαχειριστικές Χωρικές Ενότητες και οι Επιτροπές Διαχείρισης. Η εξειδίκευση των κατευθύνσεων για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιου Χώρου δεν μπορεί παρά να γίνει σε επίπεδο Περιφέρειας κι όπου χρειαστεί και τοπικά, ανά παράκτιο οικοσύστημα, που θα αποτελεί διαχειριστική ενότητα, πέραν των στενών διοικητικών ορίων.