Ανοιχτός σε νέες προτάσεις και ιδέες σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της ελληνικής κτηνοτροφίας, εμφανίστηκε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Σπήλιος Λιβανός, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
«Στόχος της πολιτικής της κυβέρνησης είναι η υλοποίηση μίας ολοκληρωμένης προοδευτικής μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού του ισχύοντος πλαισίου, ώστε να ενισχυθούν ουσιαστικά οι έλληνες κτηνοτρόφοι» ανέφερε ο κ. Λιβανός. Από την πλευρά τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης αναγνώρισαν ότι στο νομοσχέδιο υπάρχουν αρκετές θετικές διατάξεις, ωστόσο επέκριναν την κυβέρνηση, ότι «καταθέτει ένα μη ολοκληρωμένο σχέδιο, χωρίς προηγουμένως...
«Το νομοσχέδιο είναι προϊόν ενός ουσιαστικού, εξαντλητικού και παραγωγικού διαλόγου. Είναι ένα περιβαλλοντικό νομοσχέδιο που υπηρετεί τους κτηνοτρόφους. Θέλουμε όλοι μαζί να διαμορφώσουμε μία εθνική στρατηγική ενίσχυσης της ελληνικής αγροτοκτηνοτροφίας», τόνισε ο κ. Λιβανός. Ταυτόχρονα, έκανε λόγο για «για δύο πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής» που στοχεύουν στον εκσυγχρονισμό των ελεγκτικών μηχανισμών και στην επέκταση των ελέγχων - ώστε να τηρούνται οι κανόνες - και στην ενίσχυση της ελληνικής κτηνοτροφικής δραστηριότητας.
«Κατά τη διάρκεια του covid έχουν διατεθεί πάνω από 92 εκατομμύρια ευρώ για την ενίσχυση των κτηνοτρόφων. Όχι αρκετά λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών, ωστόσο δίκαια», σημείωσε ο κ. Λιβάνος και πρόσθεσε: «Εμείς συνεχίζουμε το μεταρρυθμιστικό μας έργο, θέλουμε τις προτάσεις και τις ιδέες σας, ώστε μέσα από συζήτηση και διάλογο να διαμορφώσουμε όλοι μαζί μία εθνική στρατηγική για την στήριξη της ελληνικής κτηνοτροφίας, που θα ξεπερνά κόμματα και κυβέρνηση, και δεν θα έχει κομματικό πρόσωπο».
Απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης, ότι η κυβέρνηση δεν πήρε μέτρα στήριξης των κτηνοτρόφων απέναντι στις αυξήσεις των τιμών και στις ζωοτροφές και στην ενέργεια, ο υπουργός αντέτεινε ότι «κανείς δεν μπορεί να μονοπωλήσει την ευαισθησία σε αυτό το πρόβλημα».
«Όλοι καταλαβαίνουν πόσο βάλλονται οι έλληνες παραγωγοί και κτηνοτρόφοι από τις αυξήσεις των τιμών. Όλοι είμαστε στην ίδια μεριά του ποταμού. Η προσπάθεια της κυβέρνησης είναι να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και να διορθώσει τις στρεβλώσεις προς όφελος των παραγωγών. Κάποιοι πυροδοτούν, θέλουν αντιδράσεις. Εμείς είμαστε συνεχώς ανοικτοί στο διάλογο, όμως, στο επίπεδο της πολιτικής μας, είναι σταθερή η θέση μας σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις και τη διαμόρφωση των τιμών, ώστε να υπάρχουν κοινοί κανόνες για όλους σε ένα κράτος δικαίου. Θα συνεχίσουμε σε αυτήν την πορεία να αγωνιζόμαστε, για να βοηθήσουμε τους πολλούς, και όχι τους λίγους, αυτούς που βρίσκουν παραθυράκια και κόβουν χρήματα από το σύνολο των αγροτών και κτηνοτρόφων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Λιβανός.
Η γενική εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Ολυμπία Τελιγιορίδου, έκανε λόγο για «καλή αλλά όχι αρκετή προσπάθεια της κυβέρνησης», κατηγορώντας την ότι «κατέθεσε το νομοσχέδιο χωρίς προηγουμένως να έχει λύσει τα τεράστια προβλήματα των ελλήνων παραγωγών και κτηνοτρόφων, που έχουν προκύψει από την πανδημία και την κλιματική αλλαγή».
«Υπάρχουν δύο παράλληλοι κόσμοι. Από τη μια είναι ο κυβερνητικός κόσμος, που λέει ότι όλα γίνονται καλά, και από την άλλη ο κόσμος της βιοπάλης που αγωνίζεται να σταθεί όρθιος. Τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης είναι σταγόνα στον ωκεανό», υποστήριξε η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ.
«Πολλά θέματα του νομοσχεδίου παραπέμπονται σε μελλοντικές υπουργικές αποφάσεις. Υπάρχουν πολλά θετικά, αλλά και πολλά λάθη. Το νομοσχέδιο δεν φαίνεται να διευκολύνει ιδιαίτερα τους μικρούς κτηνοτρόφους, που είναι και η μεγάλη πλειοψηφία. Δεν φαίνεται να ισορροπεί ανάμεσα στις περιοχές Natura, και στη βιώσιμη αγροτική και δασική κτηνοτροφία. Καλή η προσπάθεια του νομοσχεδίου, αλλά δεν είναι αρκετή» κατέληξε.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Απόστολος Πάνας, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση ακολούθησε την πεπατημένη, καταθέτοντας «ένα αποσπασματικό νομοσχέδιο το οποίο δεν λύνει κανένα από μεγάλα και ουσιαστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κτηνοτροφία».
«Διευκολύνονται πράγματι οι κτηνοτρόφοι, καθώς απλοποιούνται οι διαδικασίες για την ίδρυση και λειτουργία κτηνοτροφικών μονάδων, όμως δεν αντιμετωπίζει τις σύγχρονες προκλήσεις και δεν θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν ζητήματα που καίνε και παραμένουν άλυτα, όπως με τα βοσκοτόπια. Εντοπίζουμε πολλά θετικά αλλά και πολλές παραλείψεις. Θα ακούσουμε τους φορείς και θα τοποθετηθούμε. Επιφυλασσόμαστε», κατέληξε ο κ. Πάνας.
Κατά της αρχής του νομοσχεδίου τάχθηκε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιώργος Λαμπρούλης, σημειώνοντας ότι «ναι μεν η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα για τις αδειοδοτήσεις των κτηνοτροφικών μονάδων, ωστόσο δεν κάνει τίποτα ουσιαστικό προς όφελος κυρίως των μικρών επιχειρήσεων. Οι διατάξεις που φέρνετε συνεπάγονται και διαιώνιση των χαρατσωμάτων», τόνισε ενώ πρότεινε «η έγκριση κτηνοτρόφων με πρόχειρα καταλύματα, να γίνεται με την κατάθεση μίας αίτησης και μίας υπεύθυνης δήλωσης και όλη η υπόλοιπη διαδικασία να γίνεται από τις κρατικές υπηρεσίες χωρίς επιβάρυνση του κτηνοτρόφου».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Μπούμας, μίλησε για «σισύφεια προσπάθεια της κυβέρνησης», ενώ τόνισε, ότι «πρέπει να γίνουν κινήσεις για την ενίσχυση μιας πιο ανταγωνιστικής ελληνικής κτηνοτροφίας». Ακόμα, εξέφρασε ενδοιασμούς για την κατασκευή κτηνοτροφικών μονάδων σε δασικές περιοχές, προτείνοντας να μην είναι σε κοντινή απόσταση τα βοσκοτόπια.
Ο ειδικός αγορητής του ΜεΡΑ25, Γιώργος Λογιάδης, υποστήριξε ότι έπρεπε πρώτα να ολοκληρωθούν οι δασικοί χάρτες και το δασολόγιο, και μετά να προχωρήσει η κατάρτιση του νομοσχεδίου. «Είναι ένα ακόμα νομοσχέδιο της κυβέρνησης με χαριστικές ρυθμίσεις και παραχωρήσεις σε βάρος του περιβάλλοντος και του δημοσίου συμφέροντος, χωρίς καμία στόχευση», υποστήριξε.
Ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Ιωάννης Αντωνιάδης, τόνισε ότι «βασικός στόχος του νομοσχεδίου είναι η δημιουργία ενός σαφούς εκσυγχρονιστικού νομοθετικού πλαισίου, που θα απλουστεύει τις χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες ίδρυσης και λειτουργίας κτηνοτροφικών μονάδων και η ενίσχυση και ενδυνάμωση της αγροτικής επιχειρηματικότητας». Με την απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης και λειτουργίας κτηνοτροφικών μονάδων, εμπεδώνεται μια νέα κουλτούρα, φιλικότατη προς το επιχειρείν. Ενισχύεται η εποπτεία του κράτους στηρίζεται η ανταγωνιστικότητα», υπογράμμισε ο εισηγητής της ΝΔ.