Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

ΚΑΤΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ

ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ...
ΠΗΡΑΝ ΤΑ ΒΟΥΝΑ
Ούζο από μέλι, πράσινες ελιές που έγιναν μαύρες, κρασιά περιζήτητα, βότανα σε συσκευασία "lipton". Ιδιαίτερα προϊόντα, από μία περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.
Στη Χαλκιδική των δαντελωτών ακτών και της βαριάς βιομηχανίας του τουρισμού, τα τελευταία χρόνια υπήρξαν άνθρωποι που πήραν το επιχειρηματικό ρίσκο και καινοτομώντας, κατάφεραν να βγάλουν κέρδος, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τους άρρηκτους δεσμούς ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση.
Η ανάπτυξη των υπηρεσιών στη Χαλκιδική, σε βάρος της μεταποίησης και της πρωτογενούς παραγωγής, σε συνδυασμό και με το νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον των αγροτικών προϊόντων, όπου η στήριξη των εισοδημάτων των αγροτών έπαψε να πραγματοποιείται μέσα από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, έδωσε στους επιχειρηματίες αυτούς, το έναυσμα για μία στροφή σε νέες πρακτικές και πρωτοπόρες ιδέες. Για να τις υλοποιήσουν, στηρίχθηκαν είτε αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις είτε και σε κοινοτικά κονδύλια.

"Οι ελιές που άλλαξαν χρώμα"
Ο Χρήστος Καραφεύγας
ήταν για χρόνια οδηγός σε εταιρία οπωροκηπευτικών και όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με τις ελιές, θέλησε, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, να ξεφύγει από το παραδοσιακό προϊόν, την πράσινη ελιά Χαλκιδικής.
Η σύζυγός του, Αλεξάνδρα Σταματιάδου, στήριξε την απόφασή του και αποφάσισε να αφοσιωθεί δίπλα του στην καλλιέργεια της μαύρης ζαρωμένης ελιάς ή αλλιώς αλμάδας, στους ελαιώνες της οικογένειας- έκτασης 30 στρεμμάτων- στην Όλυνθο Σιθωνίας.
Οι αλμάδες, όπως εξηγεί ο κ.Καραφεύγας, προέρχονται από την ίδια ποικιλία με τις πράσινες ελιές, αλλά μαζεύονται ένα μήνα αργότερα, μόλις η ελιά αποκτήσει μαύρο χρώμα. Η επεξεργασία της ελιάς είναι απόλυτα φυσική, χωρίς καμία προσθήκη χημικών συντηρητικών. Γίνεται μόνο με χοντρό αλάτι, σε ειδικά πλαστικά βαρέλια, και γι' αυτό έχει πάρει και την ονομασία "Αλμάς".
Το ζευγάρι σύστησε την εταιρία με την επωνυμία "Kapa Olive Farm" και εξασφάλισε συμφωνία με μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ, για αποκλειστική διάθεση του προϊόντος. Ξεκίνησε την παραγωγή από τους 500 τόνους ελιάς το χρόνο και σήμερα, 15 χρόνια από την πρώτη προσπάθεια, έχει φθάσει τους 100 τόνους ετησίως.
Η οικογένεια Καραφεύγα κατάφερε να μετατρέψει τη δική της επιτυχία σε κίνητρο και για άλλους ελαιοπαραγωγούς της περιοχής, τους οποίους ενέταξε στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Όλοι οι ελαιώνες που παράγουν ελιές για την "Kapa Olive Farm" τηρούν σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης και ακολουθούν πιστοποιημένη διαδικασία, ώστε το τελικό προϊόν να πληροί όλες τις προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας των προτύπων AGRO και HACCP.
"Η προσπάθεια δεν σταματάει εδώ, είμαστε σε ανοιχτή συνεργασία με το ΑΠΘ για να βγάλουμε ό,τι καλύτερο", λέει ο κ.Καραφεύγας, σημειώνοντας ότι θα ήθελε να δει τις ελιές του (διαβεβαιώνει ότι δεν παράγονται πουθενά αλλού στην Ελλάδα), σε περισσότερα ράφια, ακόμα και εκτός ελληνικών συνόρων.

"Το απόσταγμα της μέλισσας"
Στην ορεινή Αρναία δραστηριοποιείται η οικογενειακή επιχείρηση του Χρήστου Μαλανδρή, για περισσότερα από 10 χρόνια.
Η επιτυχία της επιχειρηματικής προσπάθειας, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ.Μαλανδρής, οφείλεται "στην αγάπη γι' αυτό που κάνουμε και το μεράκι για γεύσεις αγνές και παραδοσιακές".
Τέσσερα μέλη της οικογένειας αποτελούν το βασικό πυρήνα της επιχείρησης που φτιάχνει προϊόντα, όπως ζυμαρικά, όσπρια, τραχανά και μέλι. Από τα προϊόντα που παράγει ξεχωρίζει η μουντοβίνα, ένα είδος ούζου από κερί και μέλι.
Όπως εξηγεί ο κ.Μαλανδρής, για την παραγωγή μουντοβίνας βράζονται οι κερήθρες, ο ζωμός τους φιλτράρεται και τοποθετείται σε βαρέλια, όπου παραμένει για 4 μήνες, πριν να πάει στο ρακοκάζανο.
"Παρά το ότι φτιάχνεται από μέλι δεν είναι γλυκιά", λέει, διαβεβαιώνοντας πως "όσοι ήλθαν και το δοκίμασαν, επέστρεψαν και έστειλαν και τους φίλους τους να μας βρουν".

"Τα βότανα του Ταξιάρχη"
Στα μονοπάτια των δασών του Χολωμόντα, στον Ταξιάρχη
, ο Νίκος Παπακωνσταντίνου έχει εντρυφήσει στο "μαγικό" κόσμο των βοτάνων και συλλέγει με "κλειστά μάτια" περισσότερα από πενήντα είδη φυτών, τα οποία στη συνέχεια -με τη βοήθεια της οικογένειάς του- καθαρίζει, συσκευάζει και διαθέτει προς πώληση.
Με περηφάνια, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι, δάσκαλός του υπήρξε ο αείμνηστος Παύλος Χαριστός, βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών βοτανολόγος, τον οποίο, όπως προσθέτει, "για δέκα ολόκληρα χρόνια ακολουθούσα παντού".
Το 1990, ο Νίκος Παπακωνσταντίνου, μαθαίνοντας πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθετούσε μία κοινοτική πρωτοβουλία για την αγροτική ανάπτυξη, με την ονομασία Leader, στο πλαίσιο της οποίας ενθαρρυνόταν η ολοκληρωμένη αγροτική ανάπτυξη σε τοπικό επίπεδο, είδε την ευκαιρία για το επόμενο βήμα στην ενασχόληση του με τα βότανα και την... άρπαξε.
Σήμερα, μέσω του προγράμματος, έχει αποκτήσει σύγχρονα μηχανήματα, με τα οποία φτιάχνει "εμβαπτιζόμενα" (τύπου "lipton") φακελάκια βοτάνων για ροφήματα. Τα φακελάκια, σε επτά διαφορετικές γεύσεις, διαφοροποιούνται, σε σχέση με αυτά που κυκλοφορούν στο εμπόριο, ως προς το ότι τα φυτά χρησιμοποιούνται αυτούσια, χωρίς καμία προσθήκη χημικών ή χρωστικών ουσιών. Κάποια από αυτά, μάλιστα, έχουν και φαρμακευτικές ιδιότητες.
Το επόμενο βήμα για τον Νίκο Παπακωνσταντίνου είναι το ηλεκτρονικό εμπόριο, που, όπως λέει, θα ανοίξει νέες προοπτικές στην επιχειρηματική του ενασχόληση. Σήμερα, οι πελάτες του από χώρες, όπως η Γερμανία, του στέλνουν τις παραγγελίες τους μέσω φαξ.
"Κρασί με προσωπικότητα"
Σε 200 στρέμματα στην ορεινή Χαλκιδική
καλλιεργούνται οι αμπελώνες του κτήματος "Domaine Claudia Papagianni", σύμφωνα με τους κανόνες της βιολογικής καλλιέργειας. Το κτήμα περιλαμβάνει και επισκέψιμο οινοποιείο με κελάρι.
Νέα, όμορφη, με σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και με μία μεγάλη οικογενειακή ξενοδοχειακή επιχείρηση στο Ποσείδι της Χαλκιδικής, η Κλαούντια Παπαγιάννη θα μπορούσε να εξασφαλίσει το επαγγελματικό της μέλλον. Ωστόσο, προτίμησε να ρισκάρει και να ξεκινήσει κάτι καινούριο, χωρίς μάλιστα να έχει εξειδικευμένες γνώσεις πάνω σε αυτό, με μόνο οδηγό το ένστικτό της και την αγάπη της για το καλό κρασί.
Το 2003, με χρηματοδότηση και από το μέτρο 2.1 του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ξεκίνησε τη διαδικασία καλλιέργειας αμπελώνων σε ιδιόκτητες εκτάσεις στην Αρναία και τη Μαραθούσα και το 2006 παρουσίασε τις δύο πρώτες ετικέτες του κτήματος. Σήμερα, η παραγωγή ανέρχεται στις 100.000 φιάλες ετησίως, και σε 9 ετικέτες, κάποιες από τις οποίες έχουν αποσπάσει σημαντικές διακρίσεις σε διεθνείς διαγωνισμούς.
Οι εξαγωγές του κτήματος προς ΗΠΑ, Γερμανία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ολλανδία και Κύπρο, καλύπτουν περίπου το 30 % της συνολικής παραγωγής.
Η επιτυχία του εγχειρήματος, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα Παπαγιάννη, οφείλεται στους συνεργάτες- κυρίως τους οινολόγους- της επιχείρησης.
"Η δική μου συμβολή στο τελικό προϊόν είναι ότι επιλέγω το χαρμάνι που θα αντιπροσωπεύει τη δική μου προσωπικότητα", λέει.
ΑΠΕ- ΜΠΕ/Κείμενο: Σμαρώ Αβραμίδου