Σταδιακή ανάπτυξη το 2010
Αισιόδοξος ότι η ανθρωπότητα, παρ΄ όλες τις δυσκολίες που υπάρχουν, θα αντιμετωπίσει την παγκόσμια οικονομική κρίση, και ότι στα επόμενα δέκα με είκοσι χρόνια δεν θα διαμορφωθούν παρόμοια φαινόμενα, τονίζει σε αποκλειστική συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Βιέννη, ο Έλληνας αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Λουκάς Παπαδήμος, ο οποίος αναφέρεται αναλυτικά στις προσεχείς οικονομικές εξελίξεις.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαδήμο, τα τελευταία οικονομικά στοιχεία και κάποιες ενδείξεις από δείκτες εμπιστοσύνης τόσο στην Ευρώπη όσο και σε άλλες χώρες, ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, καταδεικνύουν ότι η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να σημειωθεί λίγο νωρίτερα απ΄ ότι αναμενόταν πριν από μερικές εβδομάδες, χωρίς το "λίγο νωρίτερα" να σημαίνει το επόμενο τρίμηνο. "Εξακολουθούμε να έχουμε ως κεντρικό μας σενάριο ότι η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας και ειδικότερα της Ευρωζώνης, θα πραγματοποιηθεί σταδιακά στη διάρκεια του επομένου έτους, του 2010, αλλά τα πρόσφατα στοιχεία ίσως υποδηλώνουν ότι μπορεί να σημειωθεί λίγο νωρίτερα, το λίγο νωρίτερα θα ήταν προς το τέλος του 2009".
Ταυτόχρονα ο κορυφαίος Έλληνας οικονομολόγος προσθέτει, ότι κανένας πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός στο να βγάζει συμπεράσματα από τις ενδείξεις και στοιχεία λίγων εβδομάδων, διότι, όπως λέγει, η εξέλιξη τόσο της πραγματικής οικονομίας στην Ευρώπη όσο και στις εθνικές και χρηματοπιστωτικές αγορές, χαρακτηρίζεται από σημαντική αβεβαιότητα.
"Είναι ενθαρρυντικό ότι και στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο έχουμε κάποια στοιχεία που υποδηλώνουν, είτε ότι η ανάκαμψη θα έλθει νωρίτερα ή ότι η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας σημειώνεται με χαμηλότερο ρυθμό απ΄ ότι στο παρελθόν, αλλά δεν θα πρέπει να υπερερμηνευτούν όσον αφορά την ταχύτητα με την οποία θα έλθει η ανάκαμψη".
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πιστεύει ότι από το 2011 και μετά η παγκόσμια οικονομία θα επανέλθει σε ένα ρυθμό υψηλότερης ανάπτυξης απ΄ ότι το 2010 και ενδέχεται να προσεγγίσει τους μέσους ρυθμούς ανάπτυξης των προηγούμενων δέκα ετών, και δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό που ισοδύναμα αποκαλείται "δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης του προϊόντος" χωρίς όμως να θεωρείται και δεδομένο.
Ως προς την αντιμετώπιση της κρίσης, ο κ. Παπαδήμος τονίζει πως είναι κατ΄αρχήν αισιόδοξος ότι η ανθρωπότητα, παρ΄ όλες τις δυσκολίες που υπάρχουν, θα την αντιμετωπίσει και είναι θέμα χρόνου και αποτελεσματικότητας με την οποία θα ασκηθεί η πολιτική.
Στη συνέχεια της αποκλειστικής συνέντευξής του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Βιέννη, ο κ. Παπαδήμος αναφέρεται στο εάν στα επόμενα χρόνια θα διαμορφωθούν συνθήκες παρόμοιες με αυτές που οδήγησαν στη σημερινή κρίση.
Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά, στο ορατό μέλλον δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο, διότι η εμπειρία των τελευταίων ετών έχει επηρεάσει και τις πράξεις όλων που συμμετέχουν στις αγορές του ιδιωτικού τομέα, αλλά επιπλέον έχει οδηγήσει και τις οικονομικές και τις χρηματοπιστωτικές αρχές να ενισχύσουν το πλαίσιο εποπτείας και παρακολούθησης των χρηματοπιστωτικών αγορών και να ασκήσουν μια πολιτική η οποία θα ασκηθεί στο μέλλον και η οποία θα συντελέσει στο να αποφευχθούν τέτοιου είδους συνθήκες.
"Βέβαια μακροχρονιότερα, δηλαδή σε έναν χρονικό ορίζοντα δέκα και είκοσι ετών, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι οι μνήμες θα αμβλυνθούν και οι συμπεριφορές μπορούν να επανέλθουν".
"Αλλά πιστεύω ότι όλοι έχουμε κατανοήσει τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να σημειωθούν τόσο στο γενικότερο εποπτικό και χρηματοπιστωτικό πλαίσιο όσο και στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής γενικότερα, επομένως οι πιθανότητες μια τέτοιας εξέλιξης είναι πολύ περιορισμένες". Ο κ. Παπαδήμος διευκρινίζει πως δεν ήθελε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι σε δέκα, είκοσι, χρόνια από τώρα υπάρχει ενδεχόμενο να διαμορφωθούν παρόμοια φαινόμενα.
Ταυτόχρονα ο Έλληνας αντιπρόεδρος της νομισματικής τράπεζας της Ευρώπης καταλήγει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Βιέννη, πως, ενώ είναι απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο με διαμόρφωση παρομοίων συνθηκών της τωρινής κρίσης, ωστόσο κανένας δεν μπορεί να αποκλείσει ότι ορισμένοι παράγοντες της αγοράς θα λειτουργούν πάλι με έναν τρόπο που θα οδηγήσει σε μια υποτίμηση των κινδύνων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ανισορροπίες και προβλήματα με υπερβολές στις αγορές.