Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ

ΤΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΒΟΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 

Άρθρο
του Δημήτρη Κατσούλη
Δικηγόρου, Πρώην Δημάρχου Αυλώνος Ευβοίας

Οι μέρες που ζει η χώρα αλλά κυρίως αυτές που ακολουθούν είναι τόσο κρίσιμες για το μέλλον της ώστε η αναφορά στο θέμα του αναπτυξιακού οράματος για την Εύβοια να φαντάζει πράγματι «εκτός τόπου και χρόνου». Εξάλλου το κείμενο που ....
ακολουθεί γράφτηκε λίγους μήνες πριν, όταν οι συνθήκες, μετά την συμφωνία της 21ης Ιουλίου 2011 είχαν δημιουργήσει την αίσθηση ότι μπορεί και να τα καταφέρει η Ελλάδα. Τώρα είμαστε στην κόψη του ξυραφιού.
Αποφάσισα να δημοσιεύσω αυτές τις σκέψεις για δύο λόγους:
Ο πρώτος αναφέρεται στην αισιόδοξη  ελπίδα ότι μπορούν να είναι χρήσιμες σε μία συνολική πορεία αναγέννησης που μπορεί και πρέπει να ξεκινήσει. Τίποτε δεν μπορεί να μας στερήσει το δικαίωμα να ονειρευόμαστε έναν νέο αναγεννημένο τόπο. Ήδη η βαθιά κρίση έχει ωριμάσει και ιδέες και επιλογές.
Ο δεύτερος αναφέρεται  σε αυτή καθεαυτή την κριτική για την πορεία του τόπου μας, της Εύβοιας, τις τελευταίες δεκαετίες. Πιστεύω ότι η ηγεμονία ενός συστήματος εξουσίας βασισμένου στην μετριότητα και τους κλειστούς ορίζοντες της συντεχνιακής και πελατειακής αντίληψης για την πολιτική διαχείριση των αναπτυξιακών θεμάτων στέρησε τον νομό από υποδομές και πρόοδο. Πολύ φοβάμαι ότι η Εύβοια με αυτά τα εφόδια θα βρεθεί σε χειρότερη θέση στην νέα εποχή που έτσι και αλλιώς έχει ξεκινήσει.

   Έχει λεχθεί πολλές φορές ότι η κρίση, η οποία δεν είναι μόνο οικονομική αλλά πρωτίστως είναι βαθιά πολιτική, μπορεί να γεννήσει ευκαιρίες και σε κάθε περίπτωση γεννά την μεγάλη ευκαιρία να δούμε κατάματα την πραγματικότητα και να θέσουμε νέους στόχους με εφόδιο αυτή ακριβώς την γνώση και την συναίσθηση της πραγματικότητας.
Η Εύβοια εάν είχε αναπτυξιακό όραμα τώρα θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσει τον «οδικό χάρτη», την πορεία για την πραγμάτωσή του  με νέες πλέον σταθερές. Οι πολίτες της Εύβοιας  αντιλαμβάνονται, όμως  όλο και πιο πολύ, ιδιαίτερα σήμερα στην δίνη της ανασφάλειας για το μέλλον, την έλλειψη σαφούς και συγκεκριμένου σχεδίου για την ανάπτυξη και την εν γένει συμμετοχή της Εύβοιας στο περιφερειακό και εθνικό αναπτυξιακό γίγνεσθαι. Διότι, είτε το θέλουμε είτε όχι ο σχεδιασμός της ανάπτυξης και ο προσδιορισμός του οράματος για το μέλλον του τόπου μας δεν συντελείται σε κάποιο δοκιμαστικό σωλήνα, αποκομμένα από το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον αλλά συντελείται μόνο μέσα σε αυτό, είναι δηλαδή μία πτυχή ενός συνολικού σχεδίου που εν προκειμένω αναφέρεται στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και την Ελλάδα. Δεν είμαστε μόνοι, δεν είμαστε παρασυνάγωγοι παρά μόνο εάν επιδιώξουμε την απομόνωσή μας. Αλλά τότε παραμένουμε οικειοθελώς στο περιθώριο. 
Οι διεκδικήσεις της Εύβοιας ή οι αναπτυξιακοί στόχοι ή όπως αλλιώς το αντιλαμβάνεται και το προσδιορίζει ο καθένας- γιατί συνολικό όραμα ανάπτυξης δεν υπήρξε – έχουν αποβεί εν πολλοίς  ατελέσφοροι. Η διαπίστωση αυτή είναι εν συνεχεία η απαρχή μίας μοιρολατρικής στάσης απέναντι στην πραγματικότητα. Ο νομός όντας στο περιθώριο του κεντρικού αναπτυξιακού άξονα της χώρας δεν έτυχε της φροντίδας των Κυβερνήσεων, διαχρονικά. Αυτή μπορεί να είναι μία διαπίστωση  εν μέρει πραγματική αλλά δεν αρκεί για να δικαιολογήσει  την αδυναμία ενσωμάτωσης των αναπτυξιακών στόχων και του προσανατολισμού του νομού στο γενικότερο αναπτυξιακό γίγνεσθαι. Και κυρίως προβάλλεται για να κρύψει τις ευθύνες του ευβοϊκού πολιτικού συστήματος  τόσο  για το ανεπαρκές αναπτυξιακό πλαίσιο που σχεδίασε όσο και για την προφανή αδυναμία επιτυχούς διεκδίκησης. 
Ο αναπτυξιακός σχεδιασμός είναι πρωτίστως διαδικασία πολιτική και καθοδηγητική και προϋποθέτει ηγετική ικανότητα και ευθύνη, κοινωνική διαβούλευση και κυρίως πραγματική γνώση του ευρύτερου οικονομικοκοινωνικού περιβάλλοντος. Δεν είναι μία απλή  διατύπωση διεκδικήσεων και εν συνεχεία εφαρμογή συνδικαλιστικών πρακτικών για την κατάκτησή τους. Ο περιορισμός του πολιτικού και οραματικού ορίζοντα του ευβοικού πολιτικού συστήματος σε συνδικαλιστικής εμβέλειας πρακτικές σε συνδυασμό με την  εξάντληση των πολιτικών διαδικασιών σε πελατειακού τύπου λειτουργίες διαμόρφωσαν την πραγματικότητα ενός ηγετικού πολιτικού συστήματος που ηγεμονεύει αδιατάρακτα στο εσωτερικό του νομού αλλά δεν έχει καμία δυνατότητα παρέμβασης, επιρροής και κυρίως πειθούς στα εκτός νομού κέντρα διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων. Γιατί οι διεκδικήσεις όταν δεν αποτελούν δόρατα ενός σύγχρονου και ρεαλιστικού αναπτυξιακού οράματος συμβατού, κάθε φορά με το αναπτυξιακό γίγνεσθαι της περιφέρειας και της χώρας δεν έχουν την δύναμη να πείσουν και να γίνουν αποδεκτές
Λένε, για παράδειγμα πολλοί: όσο δεν γίνονται τα οδικά έργα υποδομής δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη στην Εύβοια. Και συνεχίζουν για να δικαιολογήσουν την αδυναμία  της απόκτησης αυτών των έργων: Την Εύβοια δεν την φροντίζουν οι Κυβερνήσεις γιατί γεωγραφικά είναι έξω από τον άξονα της ΠΑΘΕ. Απλοϊκή και ενδεχομένως αποδεκτή για την εσωτερική κατανάλωση σκέψη- επιχείρημα.
Πως δικαιολογείται όμως η υπερεικοσαετής ταλαιπωρία των μελετών;. Σε πόσους νομούς της χώρας έχει συμβεί το ίδιο; Πόσα χρήματα έχουν δαπανηθεί την τελευταία εικοσαετία για την κατασκευή ή ασφαλτόστρωση δευτερευόντων και τριτευόντων οδικών αξόνων; Πόσα χρήματα διαχειρίστηκε ο νομός από τα τρία Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης; Και όλα αυτά πριν την τρέχουσα προγραμματική περίοδο που η Στερεά Ελλάδα είναι στον Στόχο 2 που έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των χρηματοδοτήσεων για υποδομές μεταφορών και πριν από τον δραστικό περιορισμό των εθνικών πόρων λόγω της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η αλήθεια είναι ότι το άσχημο πρωτεύον οδικό δίκτυο, εν πολλοίς το ίδιο για παραπάνω από μισό αιώνα, δεν ευνοεί την ανάπτυξη πολλών παραγωγικών δραστηριοτήτων και επενδυτικών πρωτοβουλιών στον νομό. Ενώ ο νομός είναι πολύ κοντά στην μητροπολιτική περιφέρεια της Αττικής  βρίσκεται ταυτόχρονα δυσανάλογα απομακρυσμένος. Όμως η μεγαλύτερη ένταση της απομόνωσης λόγω του οδικού δικτύου παρατηρείται ενδοευβοικά, δηλαδή από την πρωτεύουσα του νομού την Χαλκίδα. Η πραγματικότητα δυσχεραίνει ορισμένους αναπτυξιακούς προσανατολισμούς αλλά δεν τους αποκλείει, δεν τους ακυρώνει. Αντίθετα, η επίμονη και επίπονη προσπάθεια ανάδειξής τους αποτελεί και μοχλό ανάδειξης  του προβλήματος της έλλειψης υποδομών.
Είναι το οδικό δίκτυο που δεν επιτρέπει την σχεδιασμένη τουριστική ανάπτυξη του νομού; ή αντίθετα η οργανωμένη τουριστική ανάπτυξη θα καθορίσει και τις προτεραιότητες προώθησης των έργων υποδομής;
Είναι το οδικό δίκτυο που δεν επιτρέπει τον σχεδιασμό οργανωμένων Βιοτεχνικών και Βιομηχανικών Περιοχών, όπως πχ στο Αλιβέρι; ή μήπως η οριοθέτηση και η λειτουργία αυτών των οργανωμένων φορέων υποδοχής επενδυτικών δραστηριοτήτων θα ενισχύσει την απαίτηση για επαρκές οδικό δίκτυο;
Είναι άραγε  το οδικό δίκτυο που δεν επιτρέπει τον ορθολογικό σχεδιασμό των λιμενικών έργων και τον σαφή προσδιορισμό των προτεραιοτήτων μεταξύ αυτών ή ακριβώς η έλλειψη του προσδιορισμού αυτού έχει στερήσει τον νομό από τον σαφή καθορισμό της θέσης του στον ευρύτερο περιφερειακό και εθνικό σχεδιασμό των λιμενικών έργων και κατά κύριο λόγο των θαλασσίων μεταφορών;
Είναι άραγε το οδικό δίκτυο το εμπόδιο για την χωροταξικό σχεδιασμό κρίσιμων και εθνικής εμβέλειας επενδύσεων στους τομείς της ενέργειας και της αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου, όταν είναι γνωστό τοις πάσι για την επικυριαρχία της ασυδοσίας, της μιζέριας και της υπόγειας συναλλαγής αντί του ανοικτού στην ευβοϊκή κοινωνία σχεδιασμού και της αυστηρής τήρησης κανόνων χωροθέτησης και καθορισμού χρήσεων γης για να αξιοποιηθεί ο φυσικός πλούτος της Εύβοιας παράλληλα με την προστασία του περιβάλλοντος στο πλαίσιο ενός δυναμικού προγραμματικού σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης.
Το οδικό δίκτυο, δηλαδή η κατασκευή ενός σύγχρονου δικτύου οδικών αξόνων που να αντιστοιχούν στις πραγματικές ανάγκες μίας αναπτυγμένης Εύβοιας, είναι ένα από τα κρίσιμα ζητήματα. Δυσκολεύει την υλοποίηση  ορισμένων πτυχών της ευβοϊκής ανάπτυξης αλλά δεν αποτελεί η έλλειψή του δικαιολογία για να μην σχεδιάζεται τίποτε για τον νομό, να μην προσδιορίζεται με όρους σύγχρονους και κυρίως πολιτικούς και επιχειρησιακούς ένα ρεαλιστικό αναπτυξιακό όραμα για την Εύβοια. Πολύ δε περισσότερο όταν οι θιασώτες του τέλματος δεν  φαίνεται να μπορούν να δώσουν ορατή προοπτική στην δίκαιη αλλά όχι μονοσήμαντη διεκδίκηση του νομού.
Δεν είναι όμως και απορίας άξιο γιατί η αντίστοιχη καθυστέρηση, που δεν αφορά την γεωγραφική θέση της Εύβοιας αλλά την ρύθμιση της αναπτυξιακής της πορείας, δηλαδή ο χωροταξικός σχεδιασμός παραμένει μία διαρκώς επαναλαμβανόμενη διακήρυξη του ευβοικού πολιτικού συστήματος χωρίς όμως να έχει προχωρήσει τίποτε πέραν από ορισμένες επιλεκτικές αναθέσεις ΓΠΣ και ΣΧΟΟΑΠ που με μεγάλη δυσκολία προχωρούν ή σκοντάφτουν όταν είναι να ανοίξουν νέους ορίζοντες ανάπτυξης και να υπονομεύσουν κατεστημένες καταστάσεις και συμφέροντα; Τα χρηματοδοτικά εργαλεία υπάρχουν αλλά οι μελέτες ούτε εκεί προχωρούν και κυρίως  τα σενάρια παραμένουν σε επίπεδο μελετητών χωρίς να γίνονται αντικείμενο διαβούλευσης με την κοινωνία. Έτσι η κοινωνία των πολιτών παραμένει παντελώς έξω από διεργασίες, τεχνοκρατικές και πολιτικές, που αναφέρονται στο δικό της μέλλον, στην οργάνωση της δικής της ζωής και της δικής της ανάπτυξης.
Μπορεί κανείς να καταμετρήσει και άλλες καίριες ευβοϊκές υστερήσεις για να αναδειχθεί το απλό και ίσως αυτονόητο. Την μοίρα του τόπου μας δεν την καθορίζουν άλλοι μονομερώς είτε γιατί δήθεν είμαστε στο γεωγραφικό περιθώριο είτε γιατί δεν «παράγουμε» στελέχη για το κεντρικό πολιτικό σύστημα έτσι ώστε να επηρεάζουν τα κέντρα των αποφάσεων. Την μοίρα του τόπου μας την καθορίζει η ικανότητα του τοπικού πολιτικού συστήματος, που εκπροσωπεί δημοκρατικά νομιμοποιημένο την ευβοϊκή κοινωνία, να συμμετάσχει δυναμικά στην διαμόρφωση του αναπτυξιακού οράματος του νομού μέσα από την συμμετοχή στη διαμόρφωση του αναπτυξιακού οράματος της περιφερειακής και εθνικής κοινωνίας. Τα πλεονεκτήματα του τόπου μας τα αναδεικνύουμε επικοινωνώντας τα τεκμηριωμένα  σε όλα τα πεδία σχεδιασμού και διαμόρφωσης των περιφερειακών και εθνικών πολιτικών. Δεν περιμένουμε απλώς στην γωνία για να μας «ελεήσουν» ή το χειρότερο δεν εξαντλούμε την διεκδίκησή μας σε αδιέξοδες «επαναστατικές γυμναστικές» όταν δεν φροντίσαμε να είμαστε παρόντες όταν έπρεπε εκεί που έπρεπε.
Όλα αυτά  καλό είναι να μας οδηγήσουν σε μία «ευβοϊκή αυτογνωσία» την στιγμή που η κοινωνία έχει ανάγκη έναν αυστηρό απολογισμό της πορείας της και της πορείας του πολιτικού συστήματος  τα τελευταία σαράντα χρόνια, και κυρίως  την αλλαγή της πορείας  προς μία νέα εποχή, με λιγότερο έως καθόλου  λαϊκιστικές  ψευδαισθήσεις και  κυρίως πρακτικές, με ανοικτές κεραίες στην εξέλιξη και κυρίως με βάθεμα της δημοκρατίας και της συλλογικής ευθύνης, με τις αξίες που συνθέτουν την έννοια και κυρίως την πρακτική της προοδευτικής  διακυβέρνησης.