Έχω 3 μέρες που τον σκέφτομαι.
Δεν ξέρω τι να του πω, τι να του γράψω.
Έγραψα, έσβησα, έσκισα, ξαναέγραψα.
Γιατί ρε Γιάννη; Γιατί δεν πρόσεχες λίγο γαμώτο μου;
Λίγο, λιγάκι ήθελε!!!!
Κάθομαι και σκέφτομαι γνωρίζοντας τον φίλο και πατέρα σου Κώστα.
Τι αδικία είναι να κάνουν τόσο αγώνα οι γονείς να σε μεγαλώσουν, να σε αναθρέψουν σωστά, να σε μορφώσουν, να σε σπουδάσουν.
Τι αδικία είναι να κάνεις τόσο κόπο για να φτάσεις στο μορφωτικό επίπεδο που είχες με τα πτυχία σου και με τα master σου, να εκπληρώνεις την στρατιωτική σου θητεία, να κάνεις ατομικές προπονήσεις καθημερινά για είσαι πάντα έτοιμος και όλα να διαλύονται σε μια στιγμή.
Θυμάμαι τις συζητήσεις μας στο γραφείο μου πριν την προπόνηση, διότι οφείλω να ομολογήσω πως ήσουν επαγγελματίας στο ωράριό σου, πόσο σε απασχολούσε το μέλλον σου, πόσο γρήγορα ήθελες να καταξιωθείς κοινωνικά και να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου πάνω σε αυτό που χρόνια σπούδασες.
Βιαζόσουν!!!!
«Υπομονή βρε Γιαννάκη σου έλεγα, δεν βλέπεις δεν υπάρχει τίποτα όρθιο και λογικό σε αυτή την χώρα!! Μόνο οι τεμπέληδες δεν βρίσκουν δουλειά, γιατί δεν θέλουν.»....
«Θα βρεις το δρόμο σου, εργατικός είσαι, έχεις ‘’όπλα στα χέρια σου’’», σου έλεγα.
Και λίγο πριν ξεκινήσουμε προετοιμασία τον βρήκες.
«Coach, τι ώρα θα κάνουμε προπονήσεις γιατί βρήκα δουλειά και θέλω να προλαβαίνω».
«Τέλεια, άντε να ηρεμήσουμε από εσένα. Ότι ώρα γουστάρεις εσύ», σου απάντησα.
Γέλασες και εγώ χαμογελώντας σε αγκάλιασα.
Πάντα πρόθυμος να τα προλάβεις όλα. Γιατί φαινόταν ότι τα αγαπούσες και τα δύο.
Αλλά όχι αυτό το γαμω-δρόμο ρε Γιάννη μου !!!
Εδώ σε θέλαμε!!!
Έκανες μελλοντικά σχέδια να πας στην επόμενη σχολή προπονητών.
Σε είχα γράψει μαζί με άλλους φίλους και συμπαίκτες σου που ενδιαφερόντουσαν.
Τον Τσούτη, τον Τζάβρα, τον Καραχάλιο.
Σας έλεγα «αποκλείεται αν γίνει σχολή ,εν μέσω πρωταθλήματος, να πάτε και οι 3 μαζί» και εσύ γελούσες.
«Εγώ θα πάω 1ος Coach» έλεγες.
Βιαζόσουν πάντα, ρε Γιαννάκη μου.
Ήθελες να τα προλαβαίνεις ΟΛΑ.
Λες και το ήξερες.
Σκέφτομαι την επόμενη συνάντηση για προπόνηση με τους συμπαίκτες σου και βουρκώνω.
Δεν θέλω να πάω.
Πως θα τους αντικρύσω και τι να τους πω;
Με τι όρεξη να τρέξουν, να παίξουν;
Ποιον θα έχουν τώρα κάτω από το τέρμα να πειράξουν, να τσαντίσουν αν θα του βάλουν γκολ;
Ήσουν αξιαγάπητος και πρόθυμος πάντα, ο σεβασμός με το καλλιεργημένο σου πνεύμα και το γλυκό χαμόγελό σου σε έκαναν ξεχωριστό.
Γι’ αυτό σε αγαπούσαν Γιάννη μου και ας θύμωνες.
Δεν θα μιλήσω για την ποδοσφαιρική σου αξία, διότι τα κατορθώματά σου είναι αποδείξεις, μιλάνε από μόνα τους και είναι η παρακαταθήκη που αφήνεις στις μνήμες του Ευβοϊκού ποδοσφαίρου.
Ήσουν και θα παραμείνεις ανάμεσα στους καλύτερους τερματοφύλακες του νομού μας.
Καλό παράδεισο παλληκάρι μου!!!
Δεν πρόκειται να σε ξεχάσω ποτέ !!!
Υ.Σ. Δώσε χαιρετισμούς στον πατέρα μου και ζήτα του να σε προπονεί. Κάτι έμαθε και αυτός !!!
Ο Coach σου.