Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

Σημεία από την ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση στη Βουλή με θέμα τις αυξήσεις τιμών

 Οικονομική στήριξη για υγειονομικούς, χαμηλοσυνταξιούχους και ΑμεΑ

Υπάρχει μία παγκόσμια κρίση τιμών

Αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι πράγματι υπάρχει μία παγκόσμια κρίση τιμών. Η έξοδος από τα lockdown της πανδημίας έφερε σε όλες σχεδόν τις χώρες μία απότομη αύξηση της ζήτησης και της κατανάλωσης χωρίς να υπάρχουν διαθέσιμα προϊόντα για να μπορούν να την καλύψουν. Αυτή η αυξημένη ζήτηση, πράγματι, ανέβασε τις τιμές και αυτές αλυσιδωτά τον πληθωρισμό. Ενώ για αυτούς -αλλά όχι μόνο για αυτούς τους λόγους- ακρίβυνε και η ενέργεια, ειδικά οι τιμές του φυσικού αερίου που επηρεάζουν άμεσα και τη χώρα μας, εκτινάσσοντας ταυτόχρονα και την αξία της παραγωγής, της μεταφοράς, αλλά και τελικά των ιδίων των αγαθών.
Η ελληνική κυβέρνηση συντάσσεται με την άποψη ότι αυτή η αύξηση των τιμών, η οποία παρατηρείται, είναι αποτέλεσμα ενός πρόσκαιρου φαινομένου το οποίο θα... αρχίσει να υποχωρεί από το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Και δεν είναι η πρώτη φορά, θέλω να σας θυμίσω, που είχαμε τέτοιες πληθωριστικές τάσεις στην παγκόσμια οικονομία. Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 αλλά παρατηρήθηκε και στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους του 2010-2011.

Η κατάσταση στην πατρίδα μας

Η πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα έχει την 3η καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη ως προς τον πληθωρισμό το μήνα Οκτώβριο, τουλάχιστον. Με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι στο 4,1%, στην Ελλάδα στο 2,8%, σε χώρες όπως η Ισπανία στο 5,4%, η Ρουμανία στο 6,5%. Αν δει κανείς το καλάθι που αφορά στα τρόφιμα, η αύξηση σε μηνιαία βάση είναι 0,1%. Στην Ιταλία και στη Γαλλία είναι 0,7%.  Στην Ισπανία είναι 1,3%.
Η γενεσιουργός αιτία των αυξήσεων δεν είναι άλλη πρωτίστως, τουλάχιστον στη χώρα μας, από τις αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος. Οι αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος, της ενέργειας συνολικά, είναι αποτέλεσμα μιας βασικής στρέβλωσης η οποία δημιουργήθηκε στην αγορά του φυσικού αερίου. Έχει οικονομικές και γεωπολιτικές αιτίες και είναι ένα φαινόμενο το οποίο επηρέασε δομικά όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, διότι όπως γνωρίζετε η τιμή του ρεύματος καθορίζεται πια μέσα από έναν ενιαίο ευρωπαϊκό μηχανισμό.
Με την εκδήλωση των πρώτων τάσεων σημαντικών αυξήσεων στην τιμή της ενέργειας η κυβέρνηση προχώρησε άμεσα στη λήψη μέτρων αιχμής για την ενέργεια.
Πρώτη η Ελλάδα, από τον Σεπτέμβριο ήδη, από την παρουσία μου στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, ανακοίνωσε κρατική επιδότηση στους λογαριασμούς του ρεύματος, την οποία και στην πορεία αναγκαστήκαμε να αυξήσουμε, καθώς οι αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου ήταν μεγαλύτερες από αυτές που προβλέψαμε.
Διπλασιάσαμε την ενίσχυση των κοινωνικών τιμολογίων.
Εξαιρέσαμε, για τους επόμενους μήνες, τα τέλη στο φυσικό αέριο.
Αναστείλαμε την πληρωμή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας στις επιχειρήσεις και το ίδιο αποφασίσαμε για τον επόμενο χρόνο και για το πετρέλαιο κίνησης, ένα μέτρο το οποίο αφορά εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες, που είτε είναι νέοι είτε συμμετέχουν σε συνεργατικά σχήματα.
Φέτος το επίδομα θέρμανσης θα είναι διπλάσιο και δίνεται πλέον με απολύτως αντικειμενικά κριτήρια. Κριτήρια τα οποία λαμβάνουν υπόψη τις πραγματικές καιρικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε γωνιά της χώρας.
Η ισχυρή ΔΕΗ αποτελεί σύμμαχο σε αυτήν την προσπάθεια. Μια ισχυρή ΔΕΗ, λοιπόν, μπορεί να απορροφήσει ένα μέρος των αυξήσεων των τιμών του φυσικού αερίου, με αυτόν τον τρόπο να στηρίξει τους καταναλωτές της και προφανώς να συμπαρασύρει και τους ανταγωνιστές της σε μία αντίστοιχη πολιτική.
Το συνολικό ποσό το οποίο η ελληνική κυβέρνηση διαθέτει για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων απέναντι στις αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, δηλαδή η στήριξη που παρέχουμε για να μειωθούν συνολικά οι δαπάνες ρεύματος και θέρμανσης, αγγίζει τα 700 εκατομμύρια ευρώ, 680 εκατομμύρια για την ακρίβεια.

Όλα αυτά, ταυτόχρονα με πολλές παράλληλες παρεμβάσεις, λειτουργούν τελικά ανακουφιστικά απέναντι στην άνοδο των τιμών γιατί αυξάνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Μετατρέπονται δηλαδή σε ουσιαστικά αντίμετρα των ανατιμήσεων. Ενδεικτικά:
6% ΦΠΑ στις ζωοτροφές, πολύ σημαντικό για τους κτηνοτρόφους μας.
Μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ οι οποίοι επιβεβαιώθηκαν και στον προϋπολογισμό -που κατατέθηκε πριν από λίγες ημέρες- στα μέσα μεταφοράς, στον καφέ, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του 2022.
Μία σειρά από ειδικές παρεμβάσεις για τους νέους: κατάργηση του τέλους κινητής τηλεφωνίας, επέκταση των επιδοτούμενων ασφαλιστικών εισφορών για 150.000 θέσεις εργασίας αλλά και το Πρώτο Ένσημο, έναν καινοτόμο θεσμό που προσφέρει ευκαιρία για δουλειά και ταυτόχρονα χρηματοδοτεί με 600 ευρώ τους νέους εργαζόμενους στην αρχή της καριέρας τους, στην πρώτη δουλειά, στο πρώτο ένσημο το οποίο θα κολλήσουν.
Αύξηση του κατώτατου μισθού. Έχω ήδη προαναγγείλει ότι εκτός από την ήδη αποφασισμένη αύξηση, η οποία θα ισχύσει από τον Ιανουάριο του 2022, θα υπάρξει εντός του ίδιου έτους μια ακόμα δεύτερη αύξηση για τους χαμηλόμισθους συμπολίτες μας. Γιατί συμμετοχή στην ανάπτυξη πρέπει να έχουν όλοι και κυρίως οι πιο αδύναμοι.
Και βέβαια να μην ξεχνάμε και τη φροντίδα μας στους πιο αδύναμους με την απόφασή μας να χορηγήσουμε για τον μήνα Δεκέμβριο στους δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος διπλάσιο ποσό από αυτό το οποίο θα λάμβαναν κανονικά.
Την ίδια ώρα, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, εντείνονται και άλλο οι έλεγχοι στην αγορά. Διότι γνωρίζουμε καλά ότι μερικές φορές μια πρόσκαιρη αναστάτωση μπορεί να μετατραπεί σε μόνιμη κερδοσκοπία.
Αυτές οι αλήθειες συμπληρώνονται από μια ακόμα την οποία προσωπικά τη θεωρώ την πιο σημαντική. Και αυτή είναι η αύξηση του μέσου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών κατά 7,4% μέσα σε δύο χρόνια, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτή η αύξηση ήταν μόλις 3,5%.
Σήμερα οι πολίτες πληρώνουν μικρότερο φόρο εισοδήματος, μικρότερο ΕΝΦΙΑ, μικρότερες, λιγότερες εισφορές. Όλοι οι συντελεστές έχουν υποχωρήσει. Ο φόρος γονικής παροχής κάτω από τις 800.000 ευρώ έχει πρακτικά καταργηθεί. Η εισφορά αλληλεγγύης έχει ανασταλεί στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό πιστοποιείται και από την πολύ σημαντική αύξηση των καταθέσεων, επιχειρήσεων αλλά και νοικοκυριών, η οποία καταγράφεται από όλα τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τα τελευταία δύο χρόνια.
Τέλος, για τις επιχειρήσεις, δεν χρειάζεται να αναφέρω αναλυτικά τις ελαφρύνσεις και τα μέτρα στήριξής τους μέσα στην πανδημία, τις καλύψεις των επαγγελματικών ενοικίων, τα κεφάλαια κίνησης, το εξαιρετικά επιτυχημένο πρόγραμμα «Γέφυρα 1» και «Γέφυρα 2». Τη διαγραφή σημαντικού μέρους της επιστρεπτέας προκαταβολής. Και βέβαια το συνολικότερο ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον, το οποίο φέρνει στην πατρίδα μας ολοένα και περισσότερες νέες επενδύσεις.
Θα ξαναπώ, ωστόσο, κάτι το οποίο δεν πρέπει να παραγνωρίζει κανείς. Ότι όλα αυτά έγιναν -και γίνονται- την εποχή στην οποία η Ελλάδα, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος, μάχεται ακόμα με τον κορονοϊό. Την εποχή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει εθνικές απειλές και προκλήσεις, αλλά και που αναγκάζεται να διαχειρίζεται -επιτυχημένα πιστεύω- σημαντικές φυσικές καταστροφές.

Τρεις ακόμα πρωτοβουλίες στήριξης συμπολιτών μας

Από τη δική μου πλευρά, στο μέτωπο κατά της ακρίβειας θέλω να προσθέσω σήμερα ακόμα – έχοντας μια καλύτερη εικόνα για το πώς θα κλείσει ταμειακά ο χρόνος, βλέποντας τα νούμερα του Νοεμβρίου και του Δεκεμβρίου- τρεις ακόμα πρωτοβουλίες στήριξης συμπολιτών μας.

Πρώτον, όπως συνέβη το 2020 και -όπως έχω επανειλημμένως δεσμευτεί δημόσια- 100.000 περίπου ενεργοί υγειονομικοί στα νοσοκομεία, στο ΕΚΑΒ και στα Κέντρα Υγείας θα ενισχυθούν με έκτακτη καταβολή μισού μισθού. Ένα μέσο ποσό ύψους περίπου 900 ευρώ, θα τους αποδοθεί αμέσως, μέσα στον Δεκέμβριο. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε σήμερα από τα πολλά που τους οφείλουμε.
Δεύτερον, όλοι οι χαμηλοσυνταξιούχοι της χώρας θα λάβουν ένα πρόσθετο βοήθημα 250 ευρώ, προσαυξημένο κατά 50 ακόμα για κάθε μέλος της οικογένειας τους. Έτσι, 800.000 συμπολίτες μας θα δουν μεγαλύτερη την επόμενη σύνταξή τους. Είναι μια ανακούφιση. Δεν είναι κάτι παραπάνω. Δεν είναι, βέβαια, αυτό που τους αξίζει. Είναι όμως κάτι το οποίο αναμφίβολα βοηθά χωρίς να υπονομεύει την πορεία της οικονομίας μας.
Και τρίτον, το ίδιο ακριβώς επίδομα θα δοθεί και σε 173.000 συμπολίτες μας με αναπηρία. Πρόκειται πρακτικά για όλους τους δικαιούχους του Οργανισμού Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Συμπληρώνουμε με αυτόν τον τρόπο μια ολοκληρωμένη οικονομική και κοινωνική πολιτική απέναντι στη συγκυρία. Απαντάμε στην βραχυπρόθεσμη αύξηση των τιμών χωρίς σε καμία περίπτωση να βγαίνουμε από την λεωφόρο των μεταρρυθμίσεων. Και ταυτόχρονα ενισχύουμε λελογισμένα συμπολίτες μας χωρίς να βάζουμε σε κίνδυνο την δημοσιονομική ισορροπία.